ἐξορκισμούς

ἐξορκισμούς
ἐξορκισμός
administration of an oath
masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ψυχαγωγός — ο / ψυχαγωγός, όν, ΝΜΑ (ως προσωνυμία τού Ερμού) αυτός που οδηγεί τις ψυχές τών νεκρών στον Κάτω Κόσμο, στον Άδη, ψυχοπομπός μσν. θελκτικός, ελκυστικός αρχ. 1. αυτός που ανακαλεί τις ψυχές τών νεκρών από τον Άδη με θυσίες και εξορκισμούς 2. αυτός …   Dictionary of Greek

  • γιατροσόφι — και ιατροσόφι, το (Μ ἰατροσόφιον) 1. λαϊκό βιβλίο εμπειρικής ιατρικής που περιέχει κυρίως συλλογή συνταγών εμπειρικών φαρμάκων και άλλη παρόμοια ύλη όπως εξορκισμούς, ερμηνείες ονείρων κ.λπ. 2. συνήθ. στον πληθ. τα γιατροσόφια τρόπος εμπειρικής… …   Dictionary of Greek

  • διάβολος — I Κακό και βλαβερό πνεύμα, που εμφανίζεται σε όλες τις θρησκείες και είχε πλούσιες περιγραφές στην κλασική λογοτεχνία, στα κείμενα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης και στα έργα παλαιών χριστιανών συγγραφέων. Η λέξη δ. σημαίνει συκοφάντης και… …   Dictionary of Greek

  • ορφισμός — Νεότερη, συμβατικά πλασμένη ονομασία που έχει δοθεί σε μια ελληνική θρησκευτική τάση, η οποία φαίνεται να διακρίνεται, και μερικές φορές εξαιτίας αντίθετης θέσης, από τα ιδεολογικά και πνευματικά σχήματα της κλασικής θρησκείας της αρχαίας Ελλάδας …   Dictionary of Greek

  • φυλακτό — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 20 μ.), στην πρώην επαρχία Σουφλίου, του νομού Έβρου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τυχερού. * * * το / φυλακτόν, ΝΜ, και φυλαχτό Ν αντικείμενο, φυσικό ή χειροποίητο, που φορεί συνήθως κάποιος επάνω του γιατί πιστεύει ότι… …   Dictionary of Greek

  • εγκόλπιο — Έμβλημα των επισκόπων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ονομάζεται και πανάγιοσταυρίον. Το ε. είναι μικρή εικόνα της Θεοτόκου ή του Χριστού, η οποία κρέμεται με αλυσίδα στο στήθος. Στην Καθολική Εκκλησία, αντί του ε. χρησιμοποιείται από τους… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • (ε)ξορκισμός — ο 1. η επιβολή όρκου σε κάποιον. 2. η απομάκρυνση των κακών πνευμάτων με προσευχές, ιεροπραξίες ή μαγικά μέσα. 3. και ξόρκι, το προσευχή, ιεροπραξία ή μαγικό μέσο για απομάκρυνση των κακών πνευμάτων ή για γιατρειά αρρώστου ή άρρωστων μελών του… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • (ε)ξορκιστής — ο που εξορκίζει τα πονηρά δαιμόνια, που κάνει εξορκισμούς (ξόρκια, μάγια): Σαν κάποιος μάγος κι εξορκιστής ο Δάσκαλος (Κ. Χρηστομάνος). ξορκιστής ο αυτός που κάνει ξόρκια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”